Новогреческий словарь
διεύρυνση
διεύρυνση
η
расширение
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
расширение
? —
διεύρυνση
как с
(ново)греческого
переводится слово
διεύρυνση
? — расширение
#
(ново)греческий словарь
—
ροδόσταγμο
—
ξακουσμένος
—
πνίγηρότητα
—
μαχιμότητα
—
μακρόθωρος
—
αστρονόμος
—
στυφός
—
βάρσαμο
—
αυτοκατακρίνομαι
—
κυκλώνω
—
σοβατίζω
—
σελιδώνω
—
στεφάνωμα
—
τυραννοκτονία
—
βάλσιμο
—
σείομαι
—
αλιεύω
—
δικόγραφο
—
τηγανιστός
—
άδαμαντοπωλειο
—
χωρίζομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω