|
связанный с урожаем #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово связанный с урожаем? — εισοδιακός как с (ново)греческого переводится слово εισοδιακός? — связанный с урожаем — προικοσύμφωνο — νησαίος — λογαριθμος — κακοκοιμάμαι — μουλτεζίμι — αδείπνητος — διαπασών — ρυγχοειδής — εξοιδούμαι — ενοίκιο — καλολογία — πολύμορφος — πρήστος — καματάρης — χαρτοποιία — αναρρέω — αποζητώ — μισαλληλία — βληματόμετρο — κόσσα — φρυγανιά |
|||