Новогреческий словарь
προσωποποιώ
προσωποποιώ
олицетворять, персонифицировать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
олицетворять
? —
προσωποποιώ
как на
(ново)греческом
будет слово
персонифицировать
? —
προσωποποιώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
προσωποποιώ
? — олицетворять, персонифицировать
#
(ново)греческий словарь
—
μορφωτικός
—
υποτεταγμένος
—
επεξετάθην
—
πρέζα
—
σκάκκι
—
μαχαιριά
—
αφοβία
—
εθναρχία
—
κτηνάνθρωπος
—
κτηνώδης
—
ηλιολάτρισσα
—
ελκυθερωτικός
—
άλλα
—
σαμποταρίστρια
—
αμαξηλατώ
—
επιμελητής
—
κερασάκι
—
κακοχρονιά
—
ταβανοσάνιδο
—
μεσαιωνοδίφης
—
πανέμορφος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω