|
το церк. подрясник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово подрясник? — αντερί как с (ново)греческого переводится слово αντερί? — подрясник — απονερουλιάζω — μοσκομπίζελο — υποκαθιστώ — ρυμουλκημένος — σπασμολυτικός — ψυχρόμετρο — τσελικώνω — κουτούκι — καμπυλότητα — ρήσις — όα — ντουμανιάζω — δεματάκι — αυγουλωτός — μύλαξ — αντιπροπέρυσι — υδροκεφαλικός — ξεφτίζω — βλαχοκάλυβο — λιψός — κηροπλαστικός |
|||