|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово φωτοτυπικό? — — αυτοδημιούργητος — οικειοποιούμαι — προορώ — διελαόνω — λευκοφόρος — άγρωστιδα — πλευριτικός — τσαχπίνα — μαρκαλίζω — κυκλώπειος — δεκατριπλάσιος — συνταξιοδοτώ — τρίσβαθος — εφεξής — αργοπόρια — ρητά — έφεση — στέφος — ευδιόμετρον — ελλιπές — ευκολοκίνητος |
|||