γλωσσάλγημα

формы словаβ
γλωσσάλγημα



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово γλωσσάλγημα? —


μισοανοίγωκαλλωπιστήριοασύζευκτοςανακαλυπτικόςντάμπινγκαξιέπαινοςπρόπτυξηδέραςεπιτρέπωάγανανταπόδειξηακάματοςπανδοχεύςανάγωγοςελαφροπαίρνομαιαυθέντηςστάνταργαλατιάζωπούντακυρώνωπολυθεϊκός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit