|
η подёнщица #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово подёнщица? — μεροκαματιάρα как с (ново)греческого переводится слово μεροκαματιάρα? — подёнщица — ανεμόχιονο — αχυρόπλινθος — λιθογλύφος — θεόψηλος — στηθόπαννο — ψέμμα — προκαθορίζω — παράστημα — αναβρασμός — απτέρωτος — ορθογραφικός — πεντόδραχμο — μερδικό — γλύκανση — καμακάς — αδιαχώρητο — κιθαρίστρια — ανευχαριστιά — μικρόφωνο — οινοχαρής — σουρντίζω |
|||