|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πεολειξία? — — ντροπαλά — πάτρια — ματθιόλη — απεριγέλαστος — βουκόλος — νερουλιάζω — απόλιγα — αερόλουτρο — πενήντα — αηδής — κεραμιδαριό — καταμοτώνω — επιτήδευμα — πολωσιοσκόπιο — άοριστα — αρμονικότητα — αυγουστιά — μεταξοϋφαντουργός — αναζωογονητικά — κοιμιστικός — ρήον |
|||