|
ο рёв; рычание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рёв? — βρουχητός как на (ново)греческом будет слово рычание? — βρουχητός как с (ново)греческого переводится слово βρουχητός? — рёв, рычание — εγχειρήσιμος — ζώ — αντικυκλώνος — αγρονθοκόπητος — ξαφνισμός — απροδιάθετος — κουμπάρα — αλυσιδωτός — αυγοειδής — ανθυποσμηναγός — κρονόληρος — ανεξικακία — υστεροχρονολογώ — ανεμαλαγιά — εμφορούμαι — συντυχάννω — μπεκρηλίκι — συμπεθέρα — κλαυθμηρός — σεληνόφωτος — ανάγερμα |
|||