ατζό

формы словаβ
ατζό



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ατζό? —


άμυλοαναιμάκτωςκόμψευμααχνένιοςπίσσωμαεπτακοσιοστόςγεροντομπασμένοςάνθραξστασιάζωγλυκομιλώγκαζομηχανήβραδιάζονταςαναγομώνωελάφίδεςζαγάριμονόπραχτοςχήνανταούλιπεδιάδαμεταφράζωνεκρολαγνεία




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit