|
прихрамывать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово прихрамывать? — υποσκάζω как с (ново)греческого переводится слово υποσκάζω? — прихрамывать — γοναταριά — επιρρεπής — μελιτζάνα — ασέβημα — ανισομερώς — φεγγοβολάω — ραδιοσκόπηση — εξαρτίζω — μετεξέταση — περιφρονώ — μουλτεζίμης — εξωθούμαι — ίντσα — τρεχάμενος — αιθάλη — αντιλογήτικος — κλίμα — παρατηρώ — αγελάδα — αντιμεταρρυθμίστρια — βραδυνός |
|||