|
восковой (о цвете) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово восковой? — κηρόχρόυς как с (ново)греческого переводится слово κηρόχρόυς? — восковой — απλοχωριά — φιαλοειδής — φετιχισμός — εσάς — ανεβροχιά — αυτί — ασβεστοπώλης — μονύελο — γαρνίρισμα — ξεροτηγανίζω — χαρτόνι — απεχθής — μαγιό — ξινογαλάς — μεταπράτης — εξευτελισμένος — συνήθης — γδικιέμαι — αντιαισθητικά — διαμαρτυρία — χαμαιπετής |
|||