|
η мин. галенит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово галенит? — γαλένα как с (ново)греческого переводится слово γαλένα? — галенит — πάραβλητός — βλοσυρός — σλιπ — ξυλόψειρα — αύθις — στρυμωξιά — δήμιος — ανήρ — μπλου — κοτσίδα — μαλακώνω — σχήμα — αλεξίλυπος — σφηνάκι — ξετύλιγμα — νεύρωση — ειρωνευτής — κατσούφιασμα — ιχθυάλευρα — κοκαλένιος — καρνέ |
|||