|
η стекольное дело #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово стекольное дело? — υαλοτεχνία как с (ново)греческого переводится слово υαλοτεχνία? — стекольное дело — εγκιβωτισμένος — εντολοδόχος — ώρα — διπλοσήμαντος — σμυρίγλη — αρδεύω — περιγραφή — παγιδάκι — φυσητός — ραθυμώ — αριώνω — στυτικός — μπαίγνιο — ατενώς — ανεπιτηδειότητα — αφτί — νενέ — αιματοποτίζω — πασπατεύω — σύμβολο — μουρλαμάρα |
|||