|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγκωνίτσα? — — ελλιμενισμός — καναρίνη — τουλάχιστον — μακρύς — φόρα — ερυσιβώ — αράζω — αυλωδώ — κουρουμπλιά — αεριτζής — χουβαρντόπαιδο — ανοιγμένος — φτάσιμο — πτηνοτροφείο — δήποτε — πολυθρόνα — αποστραγγιστήρας — ανευλάβειο — αναδιορίζω — νταβαντούρι — απειροπλάσιος |
|||