Новогреческий словарь
ντομπροσύνη
ντομπροσύνη
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ντομπροσύνη
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αντρειότη
—
ξεστεριά
—
απογοητευθείς
—
κατηγορώντας
—
ερωτόκαστρο
—
πολυλογώ
—
κατιμάς
—
απέ
—
νεότητα
—
άπαρτος
—
αεριοδοχείο
—
προσκαλώ
—
κλιματοθεραπεία
—
απαραχάρακτος
—
νόννα
—
εγκοπίς
—
αβυσσοπελάγιος
—
υποσμία
—
προδιόρθωση
—
αρχηγείο
—
μονήμερα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве