|
τα зоол. двукрылые #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово двукрылые? — δίπτερα как с (ново)греческого переводится слово δίπτερα? — двукрылые — αλαφρώνω — γναθικός — μάργη — μυρμήγκιασμα — πετρελαιοπηγές — χαζοφέρνω — ακατάστατα — μισοστρατής — κατανόηση — αντικομμουνιστής — ατύλιγος — μπουσουλώ — κίσσα — αποσαπίζω — ελεγειοποιός — αναπαύω — ραβανί — λυσσιακό — βραδυσφύγμία — συσκευή — υπερτονωτικός |
|||