|
ο продавец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово продавец? — πουλητής как с (ново)греческого переводится слово πουλητής? — продавец — δακρύω — βροχόπτωση — αντρόκαρδος — ημιπίθηκος — άφιξη — μητρίτιδα — σύνθλαση — φασίστρια — ανεκκαθάριστος — απαρηγόρητος — αντιφλεγμονώδης — φρουκτόζη — νομός — αγουρογίνομαι — μισοκαμωμένος — σκορπιστός — μεταμίσθωση — χολκουργείο — δεκάδιπλος — αντήλι — καλογραία |
|||