Новогреческий словарь
ετερόγαμος
ετερόγαμ|ος
гетсрогамный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
гетсрогамный
? —
ετερόγαμος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ετερόγαμος
? — гетсрогамный
#
(ново)греческий словарь
—
καμινευτήριο
—
αγριοπιπεριά
—
ευνομούμαι
—
αμακαδόρικος
—
θσλοσσόνερο
—
αηδόνισμα
—
αλιζαρίνη
—
αμπελιάτικα
—
αμέθυστος
—
αλκοολόμετρο
—
προμηθέας
—
νεφροπάθεια
—
εκμηχάνιση
—
αναπόταμα
—
τσιφλικάς
—
αφάτνωτος
—
αμαξοτροχός
—
επικλητικός
—
εισχωρώ
—
εφταμηνίτικος
—
δρόγγος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,