Новогреческий словарь
υπερωρία
υπερωρία
η
сверхурочная работа
;
παίρνω γιά ~ — получать сверхурочные
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
сверхурочная работа
? —
υπερωρία
как с
(ново)греческого
переводится слово
υπερωρία
? — сверхурочная работа
#
(ново)греческий словарь
—
επίορκος
—
αποκρυφιολογία
—
σκουριασμένος
—
απλάγιαστος
—
δευτεροβάθμιος
—
άσπλαχνος
—
ασυνήθιστος
—
λέκιασμα
—
ζωγρσφιστός
—
αγάλλομαι
—
αιτιαρχία
—
αξετίμητος
—
μελαμβαφής
—
δρυοβάλανος
—
προστυχόφαστα
—
οφειλέτης
—
καταναγκάζω
—
μακάκος
—
αιθερομανία
—
φουσσατο
—
χιονονιφάδα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве