|
сооружённый из огромных камней; ~ά μνημεία — мегалиты #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сооружённый из огромных камней? — μεγαλιθικός как с (ново)греческого переводится слово μεγαλιθικός? — сооружённый из огромных камней — πολυζηλεμένος — άχρηστος — υδρομηχανική — διαγλύφω — ενεπάγην — καλλιεργήτρια — σκληρόκαρδος — αδρασκελώ — πόντος — γιαίνω — αναμερίζω — βελγικός — αντικατοπτρικός — αυτοθυσιάζομαι — άπτερος — ζαντολάστιχο — μυγόχεσμα — Φλαμανδός — αναπαυτήριος — περιούσιος — τετυφωμένος |
|||