|
η дьявольщина, чертовщина #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дьявольщина? — διαβολικότητα как на (ново)греческом будет слово чертовщина? — διαβολικότητα как с (ново)греческого переводится слово διαβολικότητα? — дьявольщина, чертовщина — επίχυση — φωνηεντισμός — πειστήριο — διαβητικός — συνωμοτικός — πριτσινάρω — ευδιάζω — βλαχοχώρι — μπρίο — τεϊόδενδρο — ανακραυγάζω — καταπείθω — λύνω — λείψανο — επταμηνίτικος — αντίλαλος — τηγάνισμα — μπαρουτοκαπνισμένος — εγκατοπτρίζομαι — βοσκήσιμος — ορυκτό |
|||