|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παγανίστρια? — — εκτεταμένος — οτέ — ποδηλασία — ησκιάζω — συσχετίζω — πελαργός — γαλλίζω — αξιολογώ — ταλαιπωρημένος — ταξίδι — κουφά — χασμουριέμαι — εγωκεντρικός — ωτολογικός — προκληροδοτώ — καταμεσήμερα — σαββατόβραδο — όραμα — λιπάζη — φτειαγμένος — τζάνερο |
|||