|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ατάραχα? — — τούρκικα — άπτρα — κωλαράς — χαστουκιά — αναρχούμενος — ντερμπεντέρικος — κινηματογραφιστής — αποκρισιάρης — στερεοποιώ — ευλαβητικός — όρχος — ένδοση — σέπια — φιλοσκώμμων — κατόπτευση — μαμμούδι — αγγειοπληθής — σπείρα — κοντόθωρος — στηρίζομαι — Ελλαδίτης |
|||