|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σημειωτόν? — — θεομίσητος — αδίκαστα — πλαγιοτροχασμός — ανανηπτικός — εγκρύπτομαι — μαμμή — στάχυ — χρονιά — θαμβώνω — ασηπτον — βαρβατιά — επίκαιρα — αποχαλινώνω — ακούρευτος — αδημονία — αποκωδικοποιώ — μουθουνίζω — ανοικοδόμηση — σύνυγρος — αντιμωλία — χριστής |
|||