ασφένδαμν|ος

формы словаβ
ασφένδαμν|ος
ο клён



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово клён? — ασφένδαμνος
как с (ново)греческого переводится слово ασφένδαμνος? — клён


αναμεταδίδωαδελφοπαίδισαπρότηταχειρόμακτρονσυκομορέααναπέμπωφλοίδαδιηγητήςσπιθηρίζωβαλλιστικόςβιταλισμόςπετάλωμακακοπορεομαιπροβοκάτσιαπαροχέτευσηηχογραφώκαλοσυνηθισμένοςπαραφέρνωολιγολογίααντικαπιταλιστικάβομβητής




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit