|
η сизоворонка (птица) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сизоворонка? — χαλκοκουρούνα как с (ново)греческого переводится слово χαλκοκουρούνα? — сизоворонка — άντρο — σπερματαγωγός — κοσμία — διάκορος — πυρίπνους — σιδηροτροχιά — ανθρακίτης — ενδότερος — γάγγραινα — δωδεκάμισυ — δριμώνω — σουβάντισμα — ανώδυνος — αρκετά — απόκαυτρο — ραμφοειδής — ψυχοπλακωτικός — εχεφροσόνη — βαθυστόχαστος — επιναυπηγός — δέσμευση |
|||