|
η жираф (а) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово жираф? — καμηλοπάρδαλη как с (ново)греческого переводится слово καμηλοπάρδαλη? — жираф — δοντωτός — τετραήμερος — περιστασιακά — ακαταστάλακτος — υποτακτικός — μουφλούζεμα — σανίδι — αεροφαγία — κούρσα — παθολόγος — εξαδικός — κυκλοτρόνιον — φρυγμός — μεσοζωϊκός — βίωμα — ετοιμοφόρτοτος — ορθολογιστικός — αγουροφάγος — ακουστικά — γαϊτάνι — μπροκολόσουπα |
|||