βουφθαλμία

формы словаβ
βουφθαλμία
η мед. пучеглазие



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово пучеглазие? — βουφθαλμία
как с (ново)греческого переводится слово βουφθαλμία? — пучеглазие


καθήκονορεκτικότηταλαγοτόμαροινώδεςμιμητικότηταεπίκεντροΠρομηθέαςαντιπολιτεύομαιανακαλώαριθμομνήμωνανευρίαστοςβενθογενήςδοξάριαφ' ήςαποσύνδεσησυμβατόςακοομετρικόςστολίζωπολιτικοκοινωνικόςσυγχώρεσηκυριακάτικος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit