|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово Θεσσαλονικιά? — — αιμοληψία — αρρωσταίνω — λιποθυμισμένος — παράβλεψη — κορδέλλιασμα — ρούσικα — επτασύλλαβος — ιατρόσημο — εμφορούμαι — σφαχτάρι — παρετυμολογικά — στυλίτης — κανάκια — λαβώνομαι — σαχλαμάρα — αρσίζης — παρακρατάω — άρα — ξετέντωμα — φτωχολάζαρος — υαλοτεχνία |
|||