Новогреческий словарь
ψειραλοιφή
ψειραλοιφή
η
мазь против вшей
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
мазь против вшей
? —
ψειραλοιφή
как с
(ново)греческого
переводится слово
ψειραλοιφή
? — мазь против вшей
#
(ново)греческий словарь
—
διαπυνθάνομαι
—
παγοποιία
—
παραμυθατζής
—
καταλογιστός
—
αδικοβγάλτισσα
—
δαιμονιώ
—
σάλιο
—
κίων
—
Σατανάς
—
παχουλός
—
απομεινάρι
—
ενδεικτικός
—
φουρκισμένος
—
επιτηρήτρια
—
διεθνοποιούμαι
—
ρεάλι
—
πολεμοκάπηλος
—
άπλωμα
—
γιαρές
—
σάλτσα
—
ζερβοκουτάλα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω