Новогреческий словарь
συνεζευγμένος
συνεζευγμένος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
συνεζευγμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
βάιαλλος
—
κολπορραφή
—
δαρτός
—
ηλεκτρόλυτος
—
υμνολόγημα
—
επιτιμητής
—
σκαριφίζω
—
αντιατομικισμός
—
προαιώνιος
—
λεοκόϊον
—
περιαυχένιο
—
περιληπτικώς
—
αναγκαιούντα
—
οικήσιμος
—
διαδοχή
—
υπερασπίζομαι
—
μεσόφραγμα
—
δροσάνεμο
—
σπανίζων
—
ορθογραφικός
—
κεφαλόδεσμος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве