|
ο коллаборационизм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово коллаборационизм? — δωσιλογισμός как с (ново)греческого переводится слово δωσιλογισμός? — коллаборационизм — επταμηνιαίος — σαλατιέρα — παραχύνω — αποθησαυριστέος — άισμπεργκ — τροχάζω — πρόστυχη — κατάγομαι — δυστύχημα — μειώνομαι — τρίγλωσσος — αλαργάρω — κακοκοιμάμαι — εξαρτώμενος — ουρανοθέμελος — γαληνιαίος — προφυλάγω — κότα — ξεκληρίζω — υδρόφιλος — κοκαλιάρης |
|||