|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово χιονοβολή? — — συζυγαρχία — κακοθυμία — ταμίευμα — καλόβουλος — δροσός — αντιστολώνω — πραγματικότητα — σείω — τρισεύγενης — άρπα — βράσιμο — καπνεργάτισσα — ενθύμηση — αναποζημίωτος — αρβαλάω — φρεσκομπογιατισμένος — αδιακύβευτος — κουτρίζω — ψιαθοπλόκος — αναπάντεχα — δένω |
|||