Новогреческий словарь
δεσποτικό
δεσποτικό
το
резиденция епископа
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
резиденция епископа
? —
δεσποτικό
как с
(ново)греческого
переводится слово
δεσποτικό
? — резиденция епископа
#
(ново)греческий словарь
—
φρυδού
—
αποθαρρεύομαι
—
αμέ
—
μισόβραστος
—
νυμφεύομαι
—
περίτριμμα
—
λιόπρινο
—
μαγείρευμα
—
τσαχπινιάρης
—
υπερκατανάλωση
—
είχα
—
γλυκοσβήνω
—
κινητικός
—
ταιριαστός
—
μεταφορικώς
—
ξεπέταγμα
—
παρεγκεφαλίδα
—
γυαλιστής
—
αποθαλασσία
—
καθημερινά
—
ετερομορφικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве