|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ασάρωτα? — — ξεροβράχια — φαγεδαινώδης — γκεργκέφι — δεινολογώ — άθλημα — αρήλογος — πατσαβούρα — ενδύω — ανθίσταμαι — σαλάτα — δραματοποιώ — λιγόθυμος — περίφόβος — βαπτιστήριον — αρχοντικά — αναδείχνω — τσαρικός — ευθυμολογία — αδιασάφητος — εκριζωμός — αρχιερατεία |
|||