|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανοικοκύρευτα? — — ιοντοθεραπεία — εισποιητός — σαϊτιά — αναγκαιότητα — σημαιοστολισμένος — τριγύρισμα — μπιφτέκι — καψυλλίωση — φλήναφος — εκδύομαι — απρέπεια — υποδηματοβιομηχανία — σκανδιναυικός — πηδαλιούχος — ακορντεονίστας — ψαλτήριο — αναθεμελιώνω — επεκτατικός — πώς — ανισος — εκδηλώνομαι |
|||