|
ударный; ~ μηχανισμός — ударный механизм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ударный? — επικρουστικός как с (ново)греческого переводится слово επικρουστικός? — ударный — καταρραχιά — υπερκορεσμός — τριακονταετία — μπερδεψιάρης — εργοτίνη — απειλητικός — ιχνεύω — άρκλα — ξανοστίζω — αντώνυμο — αναδοχή — αιγάγρειος — ξεμοναχιάζομαι — ονομαστεί — αζεμάτιστος — ξεκολλώ — οκταετία — βάβουλας — εμπρόθεσμος — ξυρίζω — σφιχτοδένω |
|||