|
το охотничья собака #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово охотничья собака? — σκουντί как с (ново)греческого переводится слово σκουντί? — охотничья собака — κρανιοσκοπικός — κρόταφος — γυρεψούλης — λύκαινα — διακριτικά — βαττόμετρο — τρυφή — σιδέρωμα — εξωγήινος — λιθόκτιστος — κατάστιξη — αυταπάτη — αποχαράζω — καπλαντοβελώνα — λύρα — κόμπιασμα — ευκαταφρόνητος — ανθρακωρυχείο — στυλέτο — αποπλανητής — ανακεφαλαιωτικός |
|||