|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κεφαλαίος? — — εξασθένηση — γιούσουρο — γεννηταρούδι — εγκεφαλίτιδα — μυελικός — παραπέρα — ακακοπάθητος — φαινικό — έγκρυπτος — ούζο — γρηγορωσύνη — παραλυσία — μάδημα — ασύρικτος — καννιβαλισμός — χαλίνωση — καραγκιοζλίδικος — αυτοκρατία — λώρος — μαντικός — αγνωμοσύνη |
|||