|
волнообразный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово волнообразный? — κυματοειδής как с (ново)греческого переводится слово κυματοειδής? — волнообразный — αποναρκώνω — κοινό — καταξοδεύω — λογοπαίκτης — σύφιλη — κωλάντερο — σθένος — αμμώδης — κακοήθης — ιματιοφύλακας — γυμνοσπέρματος — πάμπτωχος — εξάρμοση — οειδίζω — επικάλυψις — παγόδα — αβγαταίνω — λεβεντογέννα — θάνατος — εναντιογνωμονώ — αποκωδικοποιητής |
|||