οδοντικός

формы словаβ
οδοντικός
разн. знач. зубной;
          ~ό νευρο — зубной нерв;
          τά ~ά — грам. зубные (согласные)



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово зубной? — οδοντικός
как с (ново)греческого переводится слово οδοντικός? — зубной


αλλοφθαλμίατσιφούτισσακαπηλεύομαιντοκουμεντάρομαιξεφτάωδιαμορφώτριαήρωαςαφωσιωμένοςασβεστοποιίαπεριφρονήτριαωκύπουςψεκασμόςκαννάβιαραχνοΰφαντοςσυντάκτηςενδοφλέβιοςπινέλλοστρέωμεταχρωματισμόςτρυπάνηνεωτεριστής




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit