|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δισκάδικο? — — απρόσβλητος — ραχάτι — αυτοκτονία — κυλινδρισμός — δεκαεπταέτης — επαρχιώτισσα — αλήτικος — καρπούζι — τοπικιστής — ασχολία — δαντελλού — επικράτηση — κατηγόρεμα — θολοειδής — ξαναγεννιούμαι — Ιρακινος — αρτηρίδιο — καστανέα — απόμαλλο — θαλασσοπνίγω — ηλεκτραρνητικότητα |
|||