Новогреческий словарь
ψαρωτικά
ψαρωτικά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ψαρωτικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
προαγορεύσας
—
συλλαμβάνω
—
εμμηνόρροια
—
αλιπάστωση
—
γιαγλί
—
αυτοεξευτελισμός
—
διακονιάρης
—
καταντροπιάζω
—
παροικιακός
—
εξόριστος
—
ρέψιμο
—
αδιάπτωτος
—
ασφαλιστικός
—
Εσθονή
—
μάλωμα
—
άτονος
—
γραφολόγος
—
μυλοστέρνα
—
αχυρόπλεκτος
—
εκλήθη
—
εξηνταριά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве