|
η мед. конституция; ασθενική ~ — астеническая конституция #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово конституция? — ιδιοσυστασία как с (ново)греческого переводится слово ιδιοσυστασία? — конституция — ανισομετρωπία — φωναχτός — πίγκ-πόγκ — πλαγκτολογία — ορειβατικός — Ζουμπουλία — μεταμεσημβρινός — σκίαση — τρισχιλιετής — ξελόγιασμα — ηλικιούμαι — απειλητικός — αποθεούμαι — απροσέγγιστος — ξεμιστεύω — προώλης — αναμνηστικό — παραδοτέος — απαλλαγή — φωτοευαισθητοποίηση — αρρενοτοκία |
|||