|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ροσμαρίνι? — — λαϊκότητα — καλοριζικεύω — ψυχογενετικός — μουρμουράω — διήμερο — αδήριτος — μελανειμονώ — αγροκατοικία — Παλλάδα — κουρεματάκι — λαοκράτισσα — μοχλός — έκτρωση — φράνκο — προβλέψιμος — προτεστάντης — καρύϊνος — γιαουρτάδικο — ταχυπλοία — μιμητική — λεμφοφόρος |
|||