|
το скворец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово скворец? — ψαρόνι как с (ново)греческого переводится слово ψαρόνι? — скворец — γεμάτα — άντρας — ημίθεος — ταξιτζού — κροτάλισμα — προθετικός — χλωρυδρικός — ψυχογλωσσολογία — χαλκομανία — πορνοστάρ — αυτοκινησία — αποστράγγιση — κατάστρατα — ενσφηνώνομαι — γλυστυρίδα — κεραμοσκεπής — κιμάς — γεμιστός — μεσοβένθος — πηροποδία — εργατοπατέρας |
|||