|
вести беспредметный разговор #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вести беспредметный разговор? — αλλοτριολογώ как с (ново)греческого переводится слово αλλοτριολογώ? — вести беспредметный разговор — συμφιλίωση — σπαρτιάτικος — λιθόστρωμα — κλεψιά — επαιτικός — ακαπέλλωτος — κατακλύζω — αδιέγερτος — χιονότρυπα — καταπινάρι — εξουσιαστικά — ποιος — τουφεκίδι — κολύμβησις — γλωσσοκοπιά — δάπτω — τιτάνιο — αντίσκομα — δαψίλεια — οκτάγωνος — υδρόψυξη |
|||