|
αόρ. от τέμνω #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ετεμον? — — ολοπράσινος — κατάτμηση — λεβεντάνθρωπος — βουλιθιά — ντεϊστικός — κλειδωτός — λιπογονία — θημωνιά — θέλγω — αχρεώστητον — ντόλτσο — ακατασκευάστως — αντιπερισπώ — ηλιόφως — εγγόνα — τιτανικός — διαμηχανώμαι — μέσοφρυς — μπόρτσι — σιναπέλαιο — κηροπλαστείον |
|||