καταιγιδοφόρος

формы словаβ
καταιγιδοφόρος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово καταιγιδοφόρος? —


αστέριανεπαίσθητοςθράκιααμφίσημασκαρτάρωρεμούλκαφαλκιδεύωνευρασθένειαεξητίνοςκουράντεςεπίτονοςμερίκευσηεκμηδενιστικόςπαγκοσμιοποιώβομβαρδισμένοςπροϋποθέτωκαψαλισιάβιταμίναγαλακτοποιόςάρδευση




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit